Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

TO ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ


Το κείμενο δημοσιεύεται στο highlights #39.

Συντονισμός-επιμέλεια έρευνας: Χρήστος Πολυμενάκος

Έρευνα: Σοφία Αναστασοπούλου (νομικός και θεωρητικός του χορού), Κωνσταντίνα Γεωργέλου (θεωρητικός παραστατικών τεχνών), Μέντη Μέγα (χορογράφος), Χριστίνα Πολυχρονιάδου (cultural manager)


Όταν η κριτική δεν υπάρχει μόνο για να σηματοδοτεί το τέλος

Όσες φορές η ομάδα συγκεντρώθηκε για να συζητήσει τι θα έπρεπε να περιλαμβάνει ένα τόσο μεγάλης έκτασης κείμενο για τον σύγχρονο ελληνικό χορό, περισσότερο ως αίσθηση του χιούμορ, επανερχόταν διαρκώς μια φράση από τα γαλλικά: La Maison de la Danse. Το Σπίτι του Χορού είναι μια φράση που υπάρχει σε διάφορες γλώσσες –σχεδόν ως όρος πια– για να περιγράψει άλλοτε ιδιωτικές και άλλοτε κρατικά θεσμοθετημένες δραστηριότητες που στηρίζουν την ανάπτυξη του χορού. Πέσαμε πολύ ψυχολογικά… Αποφασίσαμε να ερευνήσουμε και να τοποθετηθούμε στα θέματα που θα διαπιστώναμε ότι απασχολούν τους ανθρώπους που δρουν στο πεδίο του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα, με βασικό ερώτημα το «τι θα προσδοκούσαν από το Ελληνικό Σπίτι του Χορού;». Φυσικά, η έρευνα βαφτίστηκε «Το Ελληνικό Σπίτι του Χορού». Στην πορεία, ανακαλύψαμε ότι το Θέατρο «Δόρα Στράτου» έχει το δικό του «Σπίτι του Χορού» στην Πλάκα. Επικοινωνήσαμε με τον πρόεδρό του, τον δρα Άλκη Ράφτη, και, σε αντίθεση με την ανταγωνιστική αντίληψη που έχουμε οι Έλληνες για τους εαυτούς μας, χάρηκε για τον παρεμφερή τίτλο του εγχειρήματός μας.
Ξεκινήσαμε με την προσεκτική μελέτη του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι εμπλεκόμενοι την κατάσταση του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα και τις διαφορετικές απόψεις που εκφράζονται για την ταυτότητα και τις υποδομές του τόπου.
Τα σημεία στα οποία επικεντρωθήκαμε είναι τα εξής: α) η εξέλιξη του εκπαιδευτικού και ερευνητικού τομέα, β) οι επαγγελματικές ιδιότητες που προσφέρουν σημαντική υποστήριξη στο χορό πέρα από αυτές του χορευτή, χορογράφου και δασκάλου, γ) το θεσμικό και νομικό πλαίσιο που ορίζει την οργανωμένη δραστηριότητα και οι δυνατότητες οικειοποίησης και ανάπτυξής του, και δ) η σχέση αλληλοτροφοδότησης που έχει η τέχνη του χορού με τη σύγχρονη κοινωνία και οι τρόποι που αυτή μπορεί να καλλιεργηθεί ώστε να αποδώσει καλύτερους καρπούς και για τα δύο μέρη.
Έχοντας αυτά ως δεδομένα και θεωρώντας ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο ή αδιαπραγμάτευτο, θελήσαμε να διερευνήσουμε με τρόπο υπερβατικό τις δυνατότητες ανάπτυξής του. Στόχος της έρευνάς μας δεν είναι να στηλιτεύσει τα κακώς κείμενα, που κατά καιρούς έχουν κοινοποιηθεί αναλυτικά και με ποικίλους τρόπους, αλλά να λειτουργήσει ως αφετηρία ενός ευρύτερου διαλόγου και να εντοπίσει πιθανές πηγές καλύτερης στήριξης για την ανάπτυξη του σύγχρονου χορού στη χώρα μας.
Υπάρχει ένα κομμάτι το οποίο η ομάδα μας θεωρεί εξαιρετικής σημασίας και δεν έχει ενταχθεί με προφανή τρόπο στα περιεχόμενα αυτής της έρευνας: η κριτική. Αν αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα να υποστηριχτεί ο σύγχρονος χορός ως μια επιπλέον μορφή έκφρασης και διαλόγου, δεν μπορούμε παρά να επιζητούμε και την κριτική. Αρχικά των δημιουργιών, αλλά και όλων των ενεργειών ή σχέσεων που μπορούν να κάνουν αυτόν τον διάλογο πιο ουσιαστικό. Ακριβώς για αυτόν το λόγο θεωρούμε ότι δεν έχει μείνει εκτός ύλης. Τα νέα δεδομένα, όπως καταγράφονται ή προτείνονται στις επόμενες σελίδες, απαιτούν συνεχή ενημέρωση, εξειδίκευση και, παράλληλα, σφαιρική αντιμετώπιση, ανοιχτές συνεργασίες για την αποτελεσματικότερη αλληλοσυμπλήρωση, με γνώμονα την προώθηση και την ανάδειξη της εγχώριας σκέψης και δράσης σε ό,τι σχετίζεται με τον σύγχρονο χορό. Αναπτύσσοντας τις υπόλοιπες πτυχές, εκτιμούμε ότι θα δημιουργηθεί χώρος για εμπεριστατωμένη, απελευθερωμένη, πολυφωνική και γόνιμη κριτική. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι με τις επιλογές που κάνουμε ως καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, θεωρητικοί, κάτοχοι θεσμικών θέσεων, αλλά και ως κοινό που βλέπει ή διαβάζει για το χορό, ασκούμε έμπρακτα κριτική και δεν μπορούμε να αποποιηθούμε τις ευθύνες που συχνά προσάπτουμε σε άλλους. Υπό αυτό το πρίσμα, θα μπορέσουμε να συζητάμε για «σύγχρονο ελληνικό χορό» απαλλαγμένο επιτέλους από ενοχικά σύνδρομα, ο οποίος θα αναπτύσσεται σε συνεχή επαφή με ντόπια και διεθνή ιδιώματα.

Στο ίδιο πνεύμα, και θέλοντας ακριβώς να δοκιμάσουμε πρώτοι τη συνταγή που σας προτείνουμε, αναλάβαμε δύο πρωτοβουλίες. Από τις 16/2 και μέχρι τις 23/3 θα μπορεί οποιοσδήποτε το επιθυμεί να τοποθετηθεί σχετικά με το παρόν κείμενο, καθώς θα αναρτηθεί στο ιστολόγιο http://www.toellinikospititouxorou.blogspsot.com/. Αντιλαμβανόμενοι τη λειτουργία αυτού του κειμένου ως αφετηρία διαλόγου, θα φιλοξενήσουμε όλες τις απόψεις με την ελπίδα να μην περιοριστούν σε ευλογίες ή κατάρες. Εφόσον μάλιστα το επιθυμείτε, οι απόψεις σας θα χρησιμοποιηθούν είτε αυτούσιες είτε επεξεργασμένες από ειδικούς συνεργάτες για το σενάριο μιας περφόρμανς με τον τίτλο «Το Ελληνικό Σπίτι του Χορού – the event!». Περισσότερες πληροφορίες για την περφόρμανς μπορείτε να βρείτε στο ίδιο ιστολόγιο.

Καλώς ήρθατε

***********************************************************************************

Εκπαίδευση και έρευνα στο άρμα της έλλογης φαντασίας

Κωνσταντίνα Γεωργέλου


Διευρυμένα όρια τα οποία επιτρέπουν τη συνεχή αλληλεπίδραση μεταξύ διαφορετικών επιστημονικών πεδίων και η ευελιξία ως προς τους στόχους και τις μεθόδους επίτευξης των ερευνητικών και καλλιτεχνικών στόχων –οι οποίοι δεν είναι απαραίτητο πάντα να ταυτίζονται– είναι τα στοιχεία που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη δυναμική του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα.


Εκπαίδευση: Κινητικότητα, συνεργασία και επικοινωνία

Σχετικά με την εκπαίδευση, ας φανταστούμε τα προγράμματα που θα θέλαμε να υπάρχουν ώστε αυτή να είναι πολυδιάστατη αλλά και εξειδικευμένη, σε επίπεδο ακαδημίας/πανεπιστημίου και άλλων κρατικών και ιδιωτικών φορέων. Ας φανταστούμε και τον απόηχο μιας διευρυμένης εκπαίδευσης στο χορό, με συστηματοποιημένους στόχους και μεθόδους διδασκαλίας, δραστική κινητικότητα σπουδαστών και δασκάλων, διαρκή επικοινωνία και στενή συνεργασία.

Οι προφανείς κατευθύνσεις προπτυχιακών σπουδών σε μια ακαδημία χορού είναι φυσικά: χορευτής, χορογράφος και δάσκαλος χορού. Η ανάγκη για κατάλληλες υποδομές και το αρμόδιο εκπαιδευτικό προσωπικό που θα διδάξει τα βασικά μαθήματα δεν αμφισβητείται, ας φανταστούμε όμως τη συστέγαση κι άλλων κατευθύνσεων, όπως είναι η δραματουργία, ο σχεδιασμός φώτων, ο σχεδιασμός κοστουμιών, η σκηνογραφία και η καλλιτεχνική διαχείριση. Μια τέτοια ιδέα συνεπάγεται διευκόλυνση πρόσβασης και μετάβασης από και προς πολλές κατευθύνσεις και ευνοείται η δημιουργική συνεργασία μεταξύ των σπουδαστών. Ένα τέτοιο τμήμα σπουδών χορού θα υπαγόταν στην Ακαδημία Τεχνών, όραμα το οποίο έχει αποσιωπηθεί προς το παρόν, παρά τις ανακοινωμένες προθέσεις του ΥΠ.ΠΟ. και τη σχετική μελέτη που έγινε από εμπειρογνώμονες και επαγγελματίες του χώρου για την ίδρυση και λειτουργία της. Ο λόγος είναι ότι υπάρχουν ακόμη πολλές νομοθετικές δυσκολίες που σχετίζονται με το διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων και την απαιτούμενη συνεργασία των υπουργείων Παιδείας και Πολιτισμού.

Σε επίπεδο μεταπτυχιακών σπουδών, ανάλογα προγράμματα θα μπορούσαν να συσταθούν με σκοπό πλέον την εξειδίκευση σε ένα διευρυμένο πλήθος γνωστικών και ερευνητικών αντικειμένων. Σε γνωστές ακαδημίες χορού της Ευρώπης –όπως, για παράδειγμα, στο TheatreSchool του Άμστερνταμ (http://www.theaterschool.nl/), στο P.A.R.T.S. στις Βρυξέλλες (http://www.parts.be/) και στην Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου (http://www.adk.de/)– λειτουργούν μεταξύ άλλων και εναλλακτικά μεταπτυχιακά τμήματα, τα οποία υπερβαίνουν τις ασφυκτικές κατευθύνσεις και χαρακτηρίζονται από διεπιστημονικότητα. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικά: χορογραφία και πολυμέσα, χορός και εικαστικά, θεωρία χορού και περφόρμανς, σόλο περφόρμανς. Ελάχιστα από αυτά είναι σήμερα ενταγμένα στο ελληνικό πανεπιστήμιο, είτε ως μαθήματα, είτε ως ανεξάρτητα τμήματα, με βασικό παράδειγμα το Τμήμα Πολιτισμικής Τεχνολογίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου (http://www.aegean.gr/culturaltec/tmima.htm).

Ένα από τα πλέον πρωτοποριακά καλλιτεχνικά σχολεία της Ευρώπης σήμερα είναι το DasArts στο Άμστερνταμ (http://www.dasarts.nl/). Ξεχωρίζει για την «άναρχη» λειτουργία του σε σχέση με άλλα ιδρύματα, μιας και βασίζεται στον έντονα διεπιστημονικό χαρακτήρα σπουδών· γεγονός που το κάνει προσβάσιμο σε καλλιτέχνες με κάθε είδους κατάρτιση στις παραστατικές τέχνες. Επιπλέον, δεν υπάρχει σταθερή διδακτέα ύλη, διότι διδάσκουν διαφορετικοί ανά εξάμηνο προσκεκλημένοι καλλιτέχνες και θεωρητικοί. Ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να εμπνεύσει αλλαγές στους τρόπους διδασκαλίας και την οργάνωση της εκπαίδευσης, καθώς εφαρμόζεται συνειδητά και δεν δημιουργεί την εντύπωση του τυχαίου, όπως συμβαίνει συχνά με τη ρευστότητα στο πρόγραμμα και τη στελέχωση των ελληνικών πανεπιστημίων. Είναι, άλλωστε, σημαντικό να υπάρχει ξεχωριστή υποστήριξη της προσωπικής δημιουργικότητας του κάθε σπουδαστή με τη διάθεση σφαιρικών γνώσεων ως προς τις τεχνικές, τη θεωρία και την πρόσβαση σε ένα ευρύτατο φάσμα έργων που έχουν ήδη παρουσιαστεί.

Βεβαίως, πέρα από τις ακαδημίες και τα πανεπιστήμια χορού, κι άλλοι κρατικοί και ιδιωτικοί φορείς μπορούν να ενισχύουν την εκπαίδευση αξιοποιώντας τις συνεργασίες τους με ιδρύματα και καλλιτέχνες του εσωτερικού και του εξωτερικού. Τα φεστιβάλ και οι ιδιωτικές σχολές χορού διοργανώνουν νομαδικού τύπου σεμινάρια και εργαστήρια τα οποία απευθύνονται, εκτός από τους χορευτές, και σε άλλους επαγγελματίες του χώρου όπως χορογράφους, θεωρητικούς, μάνατζερ, ιστορικούς, δραματουργούς, δημοσιογράφους κ.ά., αλλά και σε ερασιτέχνες, ενισχύοντας ένα σημαντικό κανάλι αμφίδρομης τροφοδοσίας μεταξύ του σύγχρονου χορού και του κοινού του.


Έρευνα: Θεωρία και πράξη, διεπιστημονική

Η θεσμοθετημένη διεξαγωγή έρευνας δεν έχει ακόμα συστηματοποιηθεί στην Ελλάδα αν και αποτελεί κομμάτι της παιδείας που αφορά το χορό απαραίτητο για την εξέλιξή του, καθώς προσφέρει μεθόδους κατανόησης του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντός του. Υπάρχουν ποικίλα περιβάλλοντα και φορείς εκπόνησης έρευνας, διαφορετικοί τρόποι οργάνωσης και χρηματοδότησής της. Μπορεί αυτοί να είναι ακαδημαϊκοί, καλλιτεχνικοί, κρατικοί ή ανεξάρτητοι και, βέβαια, όλοι οι συνδυασμοί των παραπάνω. Είναι δυνατό, για παράδειγμα, να υλοποιηθεί έρευνα που διεξάγεται διαμέσου πανεπιστημιακών σχολών, διαμέσου των ομάδων χορού ή ενός καλλιτέχνη, από κρατικούς φορείς, όπως είναι το υπουργείο Πολιτισμού, το Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού (Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ.) και τα κρατικά φεστιβάλ χορού και από άλλες ιδιωτικές πρωτοβουλίες, όπως για παράδειγμα θεατρικοί οργανισμοί, ιδιωτικές σχολές, καλλιτεχνικά περιοδικά και ιδιωτικού τύπου φεστιβάλ και, τέλος, κρατικά ή ιδιωτικά δίκτυα.

Είναι άμεση η ανάγκη για συστηματική παραγωγή γραπτής έρευνας θεωρητικού περιεχομένου που θα αφορά την ανάλυση παραστάσεων και μελέτες για τις κοινωνιολογικές, πολιτικές, αισθητικές, ιστορικές συνθήκες που καθορίζουν τον σύγχρονο χορό στην Ελλάδα από την εμφάνισή του έως σήμερα. Τέτοιες έρευνες διεξάγονται εκτενώς σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, κυρίως σε μεταπτυχιακά και διδακτορικά προγράμματα υπό τους τίτλους: Dance Studies, Performance Studies, Dance & Theatre Theory, Dramaturgy (π.χ. http://www.theatrestudies.nl/, www.tisch.nyu.edu/page/home.html, www.studeren.uva.nl/ma_ipr)

H έρευνα που βασίζεται σε πρακτική (practice-based research), συνδυάζοντας τη θεωρητική μελέτη με την προσωπική δημιουργία και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής σε χορογράφους και χορευτές, είναι επίσης σημαντική. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι έχουν ξεκινήσει αυτές οι κινητοποιήσεις σε κρατικό επίπεδο στην Ελλάδα, αφού, εκτός από την παραγωγή έργων και την περιοδεία, συμπεριλαμβάνεται πλέον και η έρευνα στις κατηγορίες της νέας προκήρυξης επιχορηγήσεων του χορού.

Η διάθεση οικονομικών κονδυλίων κρατικής ή ιδιωτικής πρωτοβουλίας και η αφύπνιση του γενικότερου ενδιαφέροντος για το χορό μπορούν επίσης να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για συνέδρια, διαλέξεις, συμπόσια, δια-πανεπιστημιακές συναντήσεις και ημερίδες. Μέσω της οργανωμένης διεξαγωγής των παραπάνω μπορεί να αυξηθεί ο ζήλος για έρευνα και να διευκολυνθεί η προβολή και η προώθηση του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα. Υποστηρίζεται, επίσης, η αλληλεπίδραση και η συνεργασία της υπό ίδρυση Ακαδημίας Χορού και των άλλων επαγγελματικών σχολών χορού με τις σχολές καλών τεχνών, τις σχολές κινηματογράφου, τα τμήματα θεατρικών σπουδών, τις αρχιτεκτονικές σχολές και αντίστοιχα τμήματα του εξωτερικού.

Σημαντικά εργαλεία για τη στοιχειοθέτηση, κατανόηση και προώθηση του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα είναι επίσης και άλλες, εξωακαδημαϊκές δραστηριότητες. Ο λόγος γίνεται για χώρους διαμονής καλλιτεχνών οι οποίοι διεξάγουν έρευνα ή ετοιμάζουν νέο έργο (art-residencies, http://www.resartis.org/), για χαρτογραφήσεις, όπως έχουν πραγματοποιηθεί από το Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ. για την Ελλάδα και από τον ανεξάρτητο οργανισμό/δίκτυο χορού Danse Bassin Mediterranee (DBM) για τις χώρες της Μεσογείου, για τη διάθεση και προβολή οπτικοακουστικού υλικού και για τη σύσταση και τακτική ενημέρωση βιβλιοθήκης για τον σύγχρονο χορό. Ειδικά σε ό,τι αφορά τη φιλοξενία καλλιτεχνών ή και επιστημόνων που παράγουν ερευνητικό έργο στο πεδίο του σύγχρονου χορού, αξίζει να αναφερθούμε στο Κέντρο Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν του Δήμου Βύρωνα (http://isadoraduncancenter.free.fr/) και το πολύ καινούργιο αλλά εξειδικευμένο Κινητήρας Στούντιο - Artistic Residency Centre (http://www.kinitiras.com/).

Η ύπαρξη, τέλος, συνθηκών που ευνοούν την αυτονομία, τη συλλογικότητα και τη δημιουργικότητα είναι καθοριστικής σημασίας, γιατί ο τομέας της εκπαίδευσης και της έρευνας, αν αντιμετωπιστεί με φαντασία, μπορεί να εμπνεύσει αλλαγές και σε αδύναμες ακόμα κοινωνικοπολιτικές δομές που υποστυλώνουν το χορό στην Ελλάδα. Στο ερώτημα «από πού ξεκινάμε την εν λόγω ανα[απο]δόμηση;», θα ήταν αφελές να απαντήσουμε «από τη φαντασία»;

*********************************************************************

Ο επαγγελματικός προσανατολισμός στο χορό

Χριστίνα Πολυχρονιάδου

Η άμεση αντίδραση κάποιου που μαθαίνει ότι ασχολείσαι με το χορό είναι να σε χαρακτηρίσει αυτόματα χορευτή ή χορεύτρια, ή το πολύ πολύ δάσκαλο ή δασκάλα χορού. Κι αν ο χορευτής δίνει στη χορογραφία σάρκα και πνοή και ο δάσκαλος μεταδίδει από γενιά σε γενιά τις γνώσεις που αποκτήθηκαν έπειτα από πολυετή πείρα και εμβάθυνση στις τεχνικές χορού και στην παιδαγωγική, υπάρχει ακόμη ένα μεγάλο σύνολο επαγγελματιών που με την εξειδίκευσή του έρχεται να στηρίξει τον σύγχρονο χορό. Δίχως αυτούς ο χώρος παραμένει δυσλειτουργικός, με περιορισμένες δυνατότητες ανάπτυξης. Κοιτάζοντας στο πρόγραμμα μιας παράστασης ή μιας περφόρμανς, θα δούμε πληθώρα ειδικοτήτων που καθεμία χρησιμεύει στην τελειότερη παραγωγή της.

Ο σχεδιαστής φωτισμών θα διαλέξει τα κατάλληλα χρώματα και είδη φωτισμών για να δημιουργήσει το περιβάλλον που χρειάζεται ο χορογράφος. Τρανό παράδειγμα, η πετυχημένη συνεργασία του Russell Maliphant με τον σχεδιαστή φωτισμών Michael Hulls που ξεκινά παράλληλα με την προετοιμασία της χορογραφίας.

Εξαρχής συνεργάζεται ιδανικά και ο μουσικοσυνθέτης ο οποίος, εκτός από το έργο που έχει να συνθέσει, οφείλει να έχει και την ευαισθησία να αφουγκραστεί τη μουσικότητα και τη ρυθμικότητα των σωμάτων εν κινήσει.

Σκηνογράφοι και ενδυματολόγοι καλούνται να «ντύσουν» την παράσταση με τα κατάλληλα υλικά που δεν θα εμποδίζουν την κίνηση των χορευτών, αλλά και δεν θα καταρρέουν στην πρώτη στήριξη ή πρόσκρουση.

Οι κομμωτές πλέκουν τις κατάλληλες κοτσίδες ή στερεώνουν τα μαλλιά με ζελέ και επαρκή αριθμό από τσιμπιδάκια για να μη χαλάσουν την απαιτούμενη από τη δραματουργία εικόνα του χορευτή και να μην αποτελέσουν κίνδυνο για τους υπόλοιπους χορευτές. Μακιγιέζ προσώπου και σώματος, όπως στην περίπτωση του χορού butoh και στις παραστάσεις του Δημήτρη Παπαϊωάννου, π.χ. στη Μήδεια, διαλέγουν τα κατάλληλα χρώματα που θα παραμείνουν εμφανή κάτω από τα φώτα και θα αντέξουν τον ιδρώτα και τις τριβές των σωμάτων.

Ο υπεύθυνος σκηνής μαζί με τον υπεύθυνο φροντιστηρίου φροντίζουν ώστε να γίνονται οι σωστές είσοδοι και έξοδοι από τη σκηνή ενώ φοριούνται τα σωστά ρούχα και χρησιμοποιούνται τα σωστά αντικείμενα.

Και βέβαια, αφού μιλάμε για χορευτές, δεν μπορούμε να ξεχνάμε τις ανάγκες που έχουν τα σώματά τους. Ο φυσικοθεραπευτής και ο μασέρ είναι επαγγελματίες πρώτης ανάγκης σε μια ομάδα και μπορούν να σώσουν καριέρες επεμβαίνοντας έγκαιρα σε περίπτωση τραυματισμού.

Καθώς η παράσταση ετοιμάζεται, ο υπεύθυνος επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων προωθεί το γεγονός μέσω του Τύπου, των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των προσωπικών σχέσεων έτσι ώστε να δημοσιοποιηθεί το γεγονός και να έρθει το κοινό να το παρακολουθήσει. Μαζί με αυτόν, ο μάνατζερ φροντίζει να παρακολουθήσουν την παράσταση και φορείς που θα μπορούσαν να ενδιαφερθούν να υποστηρίξουν οικονομικά την παράσταση ή να τη μετακαλέσουν σε μελλοντικές διοργανώσεις. Σημειώνουμε πως ο μάνατζερ οφείλει να έχει βαθιά γνώση του χορού και να λειτουργεί με γνώμονα τη γενικότερη εξέλιξη της ομάδας λαμβάνοντας υπόψη το ανθρώπινο δυναμικό της. Θα φροντίσει, λοιπόν, για τη γενικότερη εικόνα της ομάδας και της παράστασης καθώς και της επίδρασης που έχει. Μαζί με την υπεύθυνο περιοδείας και τον υπεύθυνο διεθνών σχέσεων θα σχεδιάσουν τις λεπτομέρειες των τόπων που θα επισκεφτεί η ομάδα. Όταν πραγματοποιείται περιοδεία την οποία δεν μπορεί να παρακολουθήσει ο δημιουργός του έργου, τον αντικαθιστά ο βοηθός χορογράφου, που εργάζεται από την αρχή μαζί του, ή η υπεύθυνη προβών που γνωρίζει καλά το έργο και όλες τις ποιοτικές λεπτομέρειες της τεχνικής που κάνουν τη διαφορά στην παράσταση. Στο γραφείο της ομάδας παραμένει το διοικητικό προσωπικό, που είναι εξειδικευμένο στις συνθήκες παραγωγής, λειτουργίας και διαχείρισης μιας ομάδας χορού.

Μετά τα ενδεχομένως πιο αναμενόμενα, περνάμε σε ορισμένα επαγγέλματα που αντιμετωπίζονται από κάποιους άδικα σαν ένα είδος γραφικής μόδας. Ο δραματουργός ή ο θεωρητικός του χορού έχουν ξεχωριστή αξία. Διατυπώνοντας παρατηρήσεις και ερωτήσεις τις οποίες ο χορογράφος δεν είναι υποχρεωμένος να ασπαστεί απόλυτα προσφέρουν την εμπεριστατωμένη άποψή τους και βοηθούν ώστε το έργο να αρθρώνει συνειδητό λόγο και να έχει σαφές πλαίσιο αναφοράς. Ο διακεκριμένος δημιουργός Raimund Hοghe δούλευε επί χρόνια με τη διάσημη γερμανίδα χορογράφο Pina Bausch ως δραματουργός της, ενώ πολύ γνωστός και από τις δουλειές που έχει παρουσιάσει στη χώρα μας είναι και ο θεωρητικός του χορού και δραματουργός Guy Cools, την υπογραφή του οποίου βρίσκουμε συχνά στις δημιουργίες μεγάλων διεθνών ομάδων.

Αλλά και εκτός άμεσου παραστασιακού περιβάλλοντος, οι θεωρητικοί επιστήμονες του χορού (ιστορικοί, ερευνητές, κριτικοί) μπορούν μαζί με τους εξειδικευμένους δημοσιογράφους να δώσουν μια γενική και εμπεριστατωμένη άποψη επιχειρηματολογώντας για τις θέσεις τους και τροφοδοτώντας με γνώσεις τους αναγνώστες τους.

Οποιαδήποτε ειδική και επαγγελματική καλλιτεχνική κατεύθυνση, πέρα από την συνεχή προσωπική ενασχόληση που απαιτεί, είναι σημαντικό να ενισχύεται και από εξειδικευμένες σπουδές. Έτσι επιτυγχάνεται μεγαλύτερη εμβάθυνση στο αντικείμενο κάθε είδους επαγγελματία του χορού. Όλα αυτά τα επαγγέλματα είναι απαραίτητα για την υγιή λειτουργία μιας ομάδας και για το λόγο αυτόν αλλού αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης και είναι σχεδόν βέβαιο ότι στελεχώνουν τις παραγωγές των πιο γνωστών χορευτικών συγκροτημάτων.

*********************************************************************

Ο δημόσιος χώρος ως (α)κατάλληλη σκηνή

Σοφία Αναστασοπούλου

Η θέση και η κίνησή μας στο χώρο είναι μια σαφής ένδειξη των προσωπικών μας επιθυμιών και ταυτόχρονα όλων των παραμέτρων που τις καθορίζουν. Σε ό,τι αφορά τις σχέσεις μεταξύ των δυνάμεων που ασκούνται, ο χώρος αποτελεί το πρωταρχικό, το εμφανές πεδίο μάχης. Διακυβεύεται το «ποιος» θα κυριαρχήσει και «πόσο». Στο χορό, το παιχνίδι «διεκδίκησης» του χώρου είναι συνεχές, καθώς στη σκηνή οι συγκρούσεις στο χώρο οργανώνονται ή καταλύονται πραγματικά και συμβολικά. Ο σύγχρονος χορός, μη περιοριζόμενος στη θεατρική σκηνή και πειραματιζόμενος με τους δημόσιους χώρους, γεννά επιπλέον προεκτάσεις για το «βίωμά» τους. Η «διεκδίκηση» του δημόσιου χώρου δεν έχει μόνο χωροταξική ανάγνωση αλλά και συμβολική. Στον «δημόσιο χώρο» ανήκουν, εξάλλου, το νομικό και θεσμικό πλαίσιο που οριοθετούν το γίγνεσθαι του χορού. Πώς μπορούν οι άνθρωποι του χορού να οικειοποιηθούν τον «δημόσιο χώρο» που καταλαμβάνουν; Πώς, δηλαδή, το νομικό και θεσμικό πλαίσιο θα καλύπτουν ανάγκες και θα επιτρέπουν την εξέλιξη της δημιουργίας, τη συμμετοχή και τη ζύμωση; Οι ποικίλες οπτικές ανάλυσης και η ιδιάζουσα «σύγχυση» καλλιτεχνικών και διοικητικών πτυχών περιπλέκουν περισσότερο την απόπειρα προσέγγισής μας.

Ο χορός στην Ελλάδα «συμπορεύεται» με το θέατρο. Μέχρι το πρόσφατο παρελθόν υπαγόταν στο Τμήμα Χορού της Διεύθυνσης Θεάτρου και Χορού του υπουργείου Πολιτισμού. Στο νεοϊδρυθέν Εθνικό Κέντρο Θεάτρου και Χορού, όπως μαρτυρά η επωνυμία του, είναι και πάλι «συστεγασμένος» με το θέατρο. Οι ιδιομορφίες του, όμως, θα απαιτούσαν μια πολιτική αυτόνομη, επικεντρωμένη σ’ αυτόν, την οποία, π.χ., υποδειγματικά και συστηματικά έχει οριοθετήσει το Εθνικό Κέντρο Χορού της Γαλλίας: συνθήκες δημιουργίας (αίθουσες χορού, υλικοτεχνική υποδομή), διαθέσιμες σκηνές (για τη φιλοξενία παραγωγών), συμβολή στην εύρεση εργασίας, νομική καθοδήγηση, βιβλιοθήκη και ταινιοθήκη, στήριξη για τα σύμφυτα με το επάγγελμα του χορευτή θέματα υγείας (διατροφή, σωματικές τεχνικές, τραυματισμοί), «μείξεις» καλλιτεχνών (σεμινάρια, μαθήματα) και ανταλλαγή γνώσεων (συνέδρια, ημερίδες, εκδόσεις). [http://www.yppo.gr/0/gindex.jsp, http://www.cnd.fr/]. Ελλείψει όμως συγκροτημένης πολιτικής, αποκτά ιδιαίτερη σημασία ο ρόλος των σωματειακών ενώσεων. Η περίοδος της ίδρυσής τους, τα αιτήματα και οι τομείς δραστηριοποίησής τους σκιαγραφούν έναν νοητό ενδεικτικό χάρτη των ζητημάτων που αντιμετώπισε (ή ακόμη αντιμετωπίζει) ο χορός.

Το 1981 και το 1983 ρυθμίστηκαν νομοθετικά η ίδρυση και η λειτουργία των ανώτερων και ερασιτεχνικών σχολών χορού, ο έλεγχος των οποίων ανήκει σήμερα στη νομαρχιακή αυτοδιοίκηση. Το ιδρυθέν, ήδη από το 1975, Σωματείο Χορού και Ρυθμικής και αργότερα το Σωματείο Ιδιοκτητών Σχολών Χορού Ελλάδος παρεμβαίνουν για την τήρηση της σχετικής νομοθεσίας από τις σχολές που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (π.χ. προσόντα ιδιοκτητών, καθηγητών, κτηριακές προϋποθέσεις).

Ας σημειωθεί εδώ ότι σήμερα είναι εξαιρετικά επείγον το πρόβλημα της ανώτερης εκπαίδευσης, που έχει μείνει «αδιαβάθμητη» μετά την ανωτατοποίηση των Τεχνολογικών Επαγγελματικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) και την κατάργηση του Ινστιτούτου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΙΤΕ) που αναγνώριζε τα πτυχία των ανώτερων σχολών χορού ως ισότιμα με αυτά των ΤΕΙ. Έτσι, αυτά δεν θεωρούνται βασικός τίτλος σπουδών – γεγονός με ποικίλες πρακτικές προεκτάσεις. Τέλος, φλέγον είναι το «πρόβλημα» της ανώτατης εκπαίδευσης που δεν υπάρχει (http://www.sisxe.com/).

Επανερχόμαστε όμως στην ιστορία: η χορογραφική δημιουργία εδραιώνεται και όταν το 1993 οι επιδοτήσεις για το χορό αυξάνονται, οι χορογράφοι οργανώνονται για να διαφυλάξουν τις θετικές εξελίξεις και την αξιοκρατική λειτουργία τους, αλλά και για να προωθήσουν τους καλλιτεχνικούς τους στόχους και το βασικό αίτημα της «στέγης». Έτσι, το 1998 ιδρύεται το Σωματείο των Ελλήνων Χορογράφων (ΣΕΧ), το οποίο καθιέρωσε διάφορους καλλιτεχνικούς θεσμούς δίνοντας στα μέλη του την ευκαιρία να παρουσιάζουν τα έργα τους. Ο συνήθως ανοικτός χαρακτήρας των διοργανώσεων επιτυγχάνει το στόχο της συμμετοχής, αφήνει όμως συχνά αμφιλεγόμενο το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Αυτό το τελευταίο συναρτάται και με τις αντίξοες συνθήκες δημιουργίας: το αίτημα για ένα χώρο διαθέσιμο για πρόβες και παραστάσεις παραμένει ανικανοποίητο και επιτακτικότερο (http://www.choreographers.gr/).
Σε ό,τι αφορά το εργασιακό καθεστώς, έως σήμερα οι μόνοι που διέθεταν σύλλογο και από τους ελάχιστους που διαθέτουν συλλογική σύμβαση εργασίας ήταν οι χορευτές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ας σημειωθεί ότι οι χορευτές που συμμετέχουν σε θεατρικές παραστάσεις δηλώνονται ως ηθοποιοί και επωφελούνται των σχετικών συλλογικών συμβάσεων των ηθοποιών. Πρόσφατα, μετά τις άκαρπες προσπάθειες του παρελθόντος, ιδρύθηκε το συνδικαλιστικό σωματείο των Εργαζομένων στο Χώρο του Χορού. Οι χορευτές, condition sine qua non της τέχνης του χορού, «παρέβλεπαν» τις υλικές συνθήκες διαβίωσής τους. Η συνεχής όμως ανάπτυξη του χορού τούς βοήθησε να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της συμβολής τους και την ξεχωριστή υπόσταση του επαγγέλματός τους. Παράλληλα με τις καλλιτεχνικές ανησυχίες, προτεραιότητα αποτελεί πλέον και η ρύθμιση των εργασιακών τους σχέσεων και των αμοιβών. Καίρια είναι τα θέματα περίθαλψής τους, στα οποία οι δομές του ΙΚΑ δεν ανταποκρίνονται αποτελεσματικά (αναφέρουμε απλώς πώς η Εθνική Λυρική Σκηνή [ΕΛΣ] απέκτησε μόλις πριν από δύο έτη φυσικοθεραπευτή και μασέρ). Και γι’ αυτούς όπως και για τους χορογράφους και τους δασκάλους η ενιαία πρόβλεψη των επαγγελματικών τους ιδιοτήτων στον δημόσιο τομέα (Υπ. Εργασίας, ΔΟΥ, ΟΑΕΔ, ΙΚΑ κ.ά.) αποτελεί πάγιο θέμα προς άμεση επίλυση (www.chorels.gr, http://sexwxo.blogspot.com/).

Αναμφισβήτητα όμως η δράση των σωματείων δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη σφαιρικότητα της πολιτιστικής πολιτικής, που δυστυχώς έως σήμερα εξαντλούνταν στις επιχορηγήσεις. Θεσμός χρήσιμος, καλύπτει την ανάγκη οικονομικής στήριξης των δημιουργών και θέτει τις βάσεις για την ύπαρξη καλλιτεχνικής παραγωγής. Σύμφυτη με το θεσμό είναι μια σειρά ερωτημάτων. Εξαιτίας της «ανταποδοτικής» φύσης του: τι είδους σχέση δημιουργείται ανάμεσα στο φορέα και τον δημιουργό; Ποιες έμμεσες πιέσεις δημιουργούνται; Εξαιτίας της αποτυχημένης συχνά «νομιμοποίησής» τους: ποιοι επιλέγουν; Με ποια κριτήρια; Με ποιους στόχους; Αν προστεθεί η ανεπάρκεια των προς διανομή κονδυλίων, το «σωστό» μοίρασμα αποτελεί «γόρδιο δεσμό». Η μετάθεση στο Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ. της σχετικής αρμοδιότητας αποτελεί μια ευκαιρία για την αξιοπιστία του θεσμού. Ήδη οι προϋποθέσεις και οι όροι μοιάζουν να είναι πιο καθαροί, τα ποσά εκ των προτέρων και ανά κατηγορίες καθορισμένα. Παραμένει η φροντίδα για αξιόπιστες συνθέσεις, για διαφάνεια και δημοσιοποίηση των αποφάσεων, σύνταξη απολογιστικών εκθέσεων, και ίσως η μελλοντική ίδρυση ενός φορέα με αρμοδιότητες οικονομικού ελέγχου.

Η πολιτιστική πολιτική παραμένει, λοιπόν, προς σχεδιασμό και η ανάγκη για εμπιστοσύνη, βαθιά. Η ίδρυση του Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ. σηματοδοτεί την αναγνώριση από την πολιτεία της αξίας μιας πραγματικότητας που δημιουργήθηκε με κόπο από τον καλλιτεχνικό κόσμο. Η δράση του «γεννά» μεγάλες προσδοκίες, ενώ μεγάλη είναι και η ευθύνη του ως αρμόδιου φορέα. Παρ’ όλες τις δυσκολίες, ιδίως τη μη απόκτηση ειδικού κωδικού στον προϋπολογισμό, θα το φανταζόμασταν ιδεατά να χαράζει μια ουσιαστική πολιτική για το χορό. Πολιτική η οποία θα βασίζεται στην καταγραφή των πεπραγμένων και την ανάλυσή τους και θα εμπνέεται από την πολύτιμη τεχνογνωσία ανάλογων φορέων του εξωτερικού, προσαρμοσμένο στις δικές μας ιδιαίτερες συνθήκες και ανάγκες. Στην ιδανική της εκδοχή, θα μεριμνά για όλα τα είδη χορού, θα συνεκτιμά τις παραμέτρους της καλλιτεχνικής δημιουργίας (πρακτική, θεωρία, καλλιτέχνη, έργο, κοινό) και θα απλώνεται γεωγραφικά σε όλη την επικράτεια. Θα είναι πολιτική προγραμματική, μακροπρόθεσμη, συνεπής και θα διαθέτει μηχανισμούς αξιολόγησης. Θα είναι, τέλος, προϊόν μελέτης από ειδικούς και επαγγελματίες και θα καταργήσει το συνηθισμένο στο χώρο καθεστώς «βοηθητικής» και κυρίως άμισθης εμπλοκής αξιόλογου ανθρώπινου δυναμικού το οποίο οι συνθήκες «μη» εργασίας τελικά απαξιώνουν.

Υπάρχουν, βέβαια, φορείς και θεσμοί που έχουν ήδη αναπτυχθεί με επιτυχία. Ο διάσπαρτος χαρακτήρας τους και συχνά η ταύτισή τους με συγκεκριμένα πρόσωπα μας κάνει να διερωτόμαστε: «Ποια η σχέση των δομών με τα πρόσωπα στη χώρα μας; Ποιο το μέλλον τους;». Διότι, θεσμός/φορέας ο οποίος «ταυτίζεται» με το πρόσωπο που τον αναδεικνύει, διαφέρει επί της ουσίας από τον αντίστοιχο «προσωποπαγή», ο οποίος υπάρχει μόνο χάρη στον επικεφαλής του. Ο πρώτος επιτρέπει την εξέλιξη του θεσμού υπό τη διεύθυνση του διάδοχου καλλιτεχνικού διευθυντή και, συνεπώς, τη λειτουργία του θεσμού ως δυναμικού παράγοντα στην πολιτιστική ζωή του τόπου. Οι υπάρχοντες αυτοί θεσμοί και φορείς προσφέρουν γόνιμο έδαφος για ουσιαστικούς προβληματισμούς.

Το ζήτημα της ισορροπίας ανάμεσα στη στήριξη της σύγχρονης δημιουργίας και τη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς επανέρχεται, π.χ., ενόψει των δυσκολιών που αντιμετωπίζει το θέατρο «Δόρα Στράτου». Μοναδικός στην προσφορά του φορέας (διάσωση παραδοσιακών χορών, σχολή χορού, αρχείο στολών, έρευνα, βιβλιοθήκη, συνεργασία με UNESCO) αποτελεί ήδη πολύτιμο σημείο αναφοράς που χρειάζεται να υποστηριχτεί.

Την ίδια ανάγκη υποστήριξης έχει και ο κλασικός χορός. Το υψηλού επιπέδου μπαλέτο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής με την κατάλληλη σκηνή και την αύξηση του αριθμού των χορευτών του θα αναδείκνυε την ποιότητα του έργου του, θα διεύρυνε το ρεπερτόριό του και θα αξιοποιούσε το εγχώριο χορευτικό δυναμικό.

Ειδικά θέματα, επίσης, θέτουν τα φεστιβάλ χορού λόγω των διαφοροποιημένων αναγκών που προκύπτουν από την «αγωνιώδη μέριμνα για την κατάθεση ξεχωριστού καλλιτεχνικού στίγματος». Τα φεστιβάλ αυτά είναι φορείς στήριξης της εγχώριας δημιουργίας, της εκπαίδευσης του κοινού και της προβολής της χώρας διεθνώς. Καθοριστικής σημασίας είναι γι’ αυτά η έγκαιρη χρηματοδότηση, η ομαλή συνεργασία με εποπτεύοντες ή συνεργαζόμενους πολιτειακούς φορείς και η θεσμοθετημένη ανεξαρτησία στις αποφάσεις. Εξίσου καθοριστικό είναι να υπάρχει ένα θεσμικό και νομικό πλαίσιο ευέλικτο, διαφανές και αποτελεσματικό α) ως προς το εργασιακό καθεστώς και τα απαιτούμενα προσόντα του προσωπικού τους και β) ως προς την οικονομική τους διαχείριση (η ένταξή τους, για παράδειγμα, στο δημόσιο λογισμικό αποτελεί προφανώς τροχοπέδη). Επιπλέον, για κάθε φεστιβάλ είναι καίριας σημασίας το πρόσωπο του καλλιτεχνικού διευθυντή, ο οποίος με τις επιλογές του πυροδοτεί καλλιτεχνικές τάσεις και διαμορφώνει το χαρακτήρα του θεσμού. Πάντως, η περίπτωση του Διεθνούς Φεστιβάλ Καλαμάτας μπορεί να αποτελέσει ξεχωριστό αντικείμενο μελέτης ως παραδείγματος αποκεντρωμένης πολιτικής, τεράστιο αίτημα στην Ελλάδα, καθώς φανερώνει το μέγεθος της αλληλεπίδρασης κοινωνικών δεδομένων και προοπτικών των θεσμών.

Παράλληλα, οι καινούργιες διοργανώσεις που κερδίζουν κοινό και καλλιτέχνες αποκαλύπτουν επιπλέον ανάγκες. Έτσι, η Βαλκανική Πλατφόρμα Χορού επαναφέρει τόσο ζητήματα γειτνίασης και επιρροών όσο και την ανάγκη προβολής της «περιφερειακής» δημιουργίας σε μια καλλιτεχνική αγορά με «γεωπολιτικές» διακρίσεις, ενώ το πρωτοεμφανιζόμενο MIRFestival, προτάσσοντας τις performing arts, ανοίγει το θέμα των καλλιτεχνικών διασταυρώσεων και προσφέρει ερεθίσματα που απηχούν τις παγκόσμιες τάσεις στην τέχνη.

Σε άλλα κεντρικά ζητήματα, όπως το έλλειμμα της περιβόητης «στέγης» του χορού, των θεωρητικών αναζητήσεων, των πολυπολιτισμικών συνεργασιών και της διείσδυσης στην τοπική κοινωνία (Δήμος Βύρωνα), το Κέντρο Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν παρουσιάζει ουσιαστική και διακριτική εξέλιξη. Επιπλέον, η συμμετοχή του στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κέντρων Χορού (EDN) και στο πρόγραμμα IDEE έχει ήδη προκαλέσει την εμβάθυνση στην προσέγγιση του ευρωπαϊκού μοντέλου του «dance house». (www.grdance.org/index.php, http://www.nationalopera.gr/, http://www.greekfestival.gr/, http://www.kalamatadancefestival.gr/, http://www.kalamataculture.gr/, http://www.cityofathens.gr/el/symbainoyn-stin-poli/festibal-dromena/diethnes-festibal-xoroy, http://www.fullhousepromotion.gr/, http://www.mirfestival.gr/, http://isadoraduncancenter.free.fr/)

Τελική πρόταση με βάση όλα τα παραπάνω είναι ίσως οι συνεχείς ζυμώσεις ως κοινός στόχος των ανθρώπων του χώρου, των δομών και των θεσμών. Τέτοιες, που να επιτρέψουν την ουτοπία μιας σκηνής όπου χωρούν όλοι.


Το κείμενο αυτό δεν θα μπορούσε να έχει την «πυκνότητα» αυτή χωρίς τη συμβολή των ανθρώπων που βοήθησαν στην εμβάθυνση του προβληματισμού μας με τις συνεντεύξεις τους και το υλικό που μας διέθεσαν. Ευχαριστούμε θερμά για τις συνεντεύξεις και το υλικό που μας παραχώρησαν τους: κ. Τήνση Αγριαννάκη, πρόεδρο του Συλλόγου Χορευτών της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, κ. Χριστιάνα Γαλανοπούλου, καλλιτεχνική διευθύντρια του MIRFestival, κ. Πέτρο Γάλλια, πρόεδρο του ΣΕΧ, κ. Ελισάβετ Γεωργούδη, γενική γραμματέα του ΣΙΣΧΕ, κ. Πηνελόπη Ιλιάσκου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Κέντρου Μελέτης Χορού Ισιδώρας και Ραϋμόνδου Ντάνκαν Δήμου Βύρωνα, κ. Γιάννη Καρούνη, πρόεδρο του Σ.Ε.ΧΩ.ΧΟ., κ. Αθανάσιο Κριτσηδήμα, προϊστάμενο του τμήματος Χορού του ΥΠ.ΠΟ., κ. Βίκυ Μαραγκοπούλου, καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, κ. Όλγα Παππά, πρόεδρο του Σωματείου Χορού και Ρυθμικής, κ. Μαργκώ Περδίκη-Αρχοντάκη, καλλιτεχνική διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Δήμου Αθήνας, κ. Χριστίνα Πολυχρονιάδου, συνδιοργανώτρια της Βαλκανικής Πλατφόρμας Χορού, κ. Άλκη Ράφτη, πρόεδρο του Σωματείου «Δόρα Στράτου», κ. Έλλη Φιλιπποπούλου, δικηγόρο, το Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ.

*********************************************************************

Χορός και κοινωνία: «Τόσο μακριά… τόσο κοντά…»

Μέντη Μέγα


Tόσο κοντά…

Η παράθεση των δύο λέξεων, η μία δίπλα στην άλλη, μοιάζει με πλεονασμό: ο χορός είναι μια τέχνη που εξασκείται από και απευθύνεται σε κοινωνικά όντα. Η σχέση είναι δυναμική και αμφίδρομη. Η μουσική και το λεγόμενο ανεξάρτητο και πειραματικό θέατρο κατάφεραν σε πολλές περιπτώσεις να γίνουν καθρέφτες κοινωνικών δυναμικών, εκφραστές της κοινωνίας των πολιτών η οποία χαρακτηρίζεται από την ατομική και συλλογική πρωτοβουλία και τη δράση εκτός των κυρίαρχων θεσμών. Με την πρώτη ματιά ο χορός μοιάζει να απέχει από τέτοιου είδους προβληματισμούς, όμως στην πρόσφατη παραγωγή βλέπουμε πως υπάρχει μια μερίδα του χορού που δείχνει ευαισθητοποιημένη σε θέματα κοινωνικής φύσης και παίρνει θέση σε κρίσιμα φαινόμενα της εποχής, όπως: (αναφέρουμε τελείως ενδεικτικά) η μετανάστευση (Μίχος), η φτώχεια (Γιαννακοπούλου), η βία και η αλλοτρίωση στον σύγχρονο κόσμο (Αγγέλου, Νέστορα), η νέα ψηφιακή ταυτότητα (Αργυρίου), η ερμηνεία της σεξουαλικότητας (Γοργία, Παπαδαμάκη), τα όρια της σωματικότητας στη σύγχρονη εποχή (Παπαγεωργίου), η υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος (Χρυσοσπάθη, Σταματοπούλου, Πάραλη), οι στρεβλές αναπαραστάσεις του φύλου (Σταματοπούλου, Παπαϊωάννου), η κρίση των ανθρώπινων σχέσεων (Νικολάου) κ.ά. Επίσης, δραστηριοποιούνται ομάδες που έχουν ως βασικό τους πυρήνα άτομα με ιδιαίτερη φυσική κινησιολογία λόγω σωματικής αναπηρίας («Φυγείν αδύνατον», «Αγγελόσκονη», «Δαγίπολη») και άλλες που κάνουν παραστάσεις χορού για παιδιά (X-art). Οι απόπειρες αυτές είναι μάλλον σπασμωδικές και αδύναμες. Και αυτό γιατί δεν υποστηρίζονται θεσμικά, δεν εντάσσονται σε μια γενικότερη πολιτική για τον πολιτισμό, δεν έχουν επαρκή τροφοδοσία σε γνωστικό/εκπαιδευτικό επίπεδο και δεν εκτίθενται σε έναν κριτικό λόγο, που θα τους προκαλέσει και θα ισχυροποιήσει το δικό τους λόγο.


Τόσο μακριά…

Η παράθεση των παραπάνω παραδειγμάτων γεννά πολλά ερωτήματα: Τι κοινωνικό αντίκρισμα έχουν αυτές οι καλλιτεχνικές απόπειρες; Ποια θέση κατέχει το κοινό σε όλον αυτόν τον προβληματισμό; Τι περιμένει ο θεατής μιας παράστασης; Βλέπει το χορό ως αισθητική αναζήτηση που δεν τον αφορά; Περιμένει μια επίδειξη δεξιοτεχνίας και απογοητεύεται; Διαθέτει εργαλεία αποκωδικοποίησης αυτής της τέχνης που δεν τα δίνει όλα στο πιάτο; Αυτής της τέχνης που, παρότι μιλά μια γλώσσα παγκόσμια, πρέπει να λύσει κόμπους στις ψυχές και στο μυαλό των θεατών της πριν καταφέρει να τους «μετακινήσει»; Τα ζητήματα που τίθενται είναι περίπλοκα και αφορούν τη γενικότερη καλλιτεχνική μας παιδεία. Καμία έκπληξη όμως δεν προκαλεί το γεγονός πως ο χορός δεν έχει καταγραφεί στη συλλογική συνείδηση ως τέχνη εν δυνάμει μαχητική και ανατρεπτική. Και το σημερινό τοπίο της μαζικής εμπορικής κουλτούρας σίγουρα δίνει τη χαριστική βολή. Τα είδη χορού που προβάλλονται πιο συχνά από τους τηλεοπτικούς μας δέκτες και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσονται, διαμορφώνουν ελλιπή αν όχι στρεβλή αντίληψη για τα περί της τέχνης του χορού. Επιπλέον, ο χάρτης της καλλιτεχνικής παραγωγής μοιάζει με ένα υδροκέφαλο τέρας τα άκρα του οποίου τείνουν να γίνουν αναιμικά, αν όχι τελείως αόρατα. Τα τεράστια θέατρα, που θυμίζουν άλλες εποχές και αποτυπώνουν αρχιτεκτονικά συγκεκριμένους οικονομικούς συσχετισμούς, θησαυρίζουν. Τι συμβαίνει με τα μικρά καλλιτεχνικά σχήματα, τις «ανεξάρτητες» σκηνές που άλλοτε ήταν δημοφιλείς; Ανασυντάσσονται σε σταθερή αντιπαράθεση με την επικρατούσα τάση στην πολιτιστική ζωή ή εξασθενούν; Φαίνεται ότι η κοινωνία στρέφεται αλλού και εμείς υποχωρούμε.


Η ανάπτυξη μιας πολιτικής για τον πολιτισμό –πρωταρχικό αίτημα του πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου εδώ και χρόνια– θα μπορούσε να παρέμβει και να ανακόψει αυτήν την πορεία. Το Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ μοιάζει να πραγματοποιεί κάποια πρώτα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή. Βάζοντας στους στόχους του την ανάπτυξη του χορού σε πόλεις εκτός της πρωτεύουσας, ενεργοποιεί το αυτονόητο άνοιγμα προς αυτό το σιωπηλό, αλλά διψασμένο κοινό, όπως αποδεικνύει η θερμή υποδοχή ανάλογων εγχειρημάτων που λιγότερο ή περισσότερο συστηματικά έχουν υλοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη, την Καλαμάτα, την Πάτρα, την Τήνο και τα Χανιά, μεταξύ άλλων. Αυτή η επιλογή αποδείχθηκε σε άλλες χώρες σωτήρια για την ακαμψία της μητροπολιτικής τέχνης. Το Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ. προχώρησε επίσης στην πολυαναμενόμενη κίνηση αποδέσμευσης του δημιουργού από τη λογική της ετήσιας παραγωγής, ενώ παράλληλα υποστηρίζει τη χορογραφική έρευνα ανεξάρτητα από τη χρήση της για την άμεση δημιουργία σχετικού με αυτή χορογραφικού έργου. Η εξέλιξη αυτή θα δώσει στους χορογράφους την ευκαιρία να αποστασιοποιηθούν λίγο από το βραχυπρόθεσμο αγώνα τους για την «επόμενη παραγωγή», να πραγματοποιήσουν ψύχραιμο απολογισμό των πεπραγμένων τους, να αναζητήσουν πιο συνειδητά και οργανωμένα νέους καλλιτεχνικούς προσανατολισμούς και να επαναξιολογήσουν τη σχέση τους με το κοινωνικό σύνολο.

Το χάσμα ανάμεσα στο χορό και την κοινωνία επιχειρούν να αμβλύνουν μέσω του διαλόγου και άλλοι θεσμοί. Πολλά φεστιβάλ, αλλά και μεμονωμένες ομάδες χορού, εισάγουν στον προγραμματισμό τους συζητήσεις και διαλέξεις με στόχο να φέρουν το κοινό σε επαφή με τους καλλιτέχνες και τον κόσμο των ιδεών που αυτοί αντιπροσωπεύουν. Επίσης, το τελευταίο διάστημα πραγματοποιήθηκαν δύο απόπειρες χαρτογράφησης του ελληνικού χορού, συμβάλλοντας στη γενικότερη ορατότητα, αλλά και στην αυτοσυνείδησή του. Η πρώτη απόπειρα –σαφώς ελλιπής ακόμα– έγινε από τον οργανισμό DBM και η δεύτερη από το Ε.ΚΕ.ΘΕ.Χ. με πολύ μεγαλύτερη ανταπόκριση. Η σημασία της πρώτης έγκειται στο γεγονός ότι τοποθετεί τον ελληνικό χορό στο κέντρο μιας περιοχής με έντονες δυναμικές και αυξανόμενη καλλιτεχνική κίνηση και η δεύτερη στο ότι δημιουργεί ένα εργαλείο για την αποτελεσματικότερη σχέση της πολιτείας με το χορό.

Όμως το πιο δυνατό εργαλείο επικοινωνίας μας με τον κόσμο βρίσκεται ήδη στα χέρια μας και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να μάθουμε να το χρησιμοποιούμε προς όφελός μας. Πρόκειται για ένα χώρο που γίνεται αντιληπτός στην πλειοψηφία ως εν δυνάμει αντιιεραρχικός, με την πληροφορία να εκδημοκρατίζεται και τον καταξιωμένο να μοιάζει να στέκεται ισότιμος δίπλα στον άγνωστο ή περιθωριοποιημένο. Ο χώρος αυτός είναι το Διαδίκτυο και αξίζει να αναζητήσει κανείς παραδείγματα της χρήσης του σε άλλες χώρες και ηπείρους. Εκεί θα συναντήσει αναπάντεχα εικονικά κέντρα χορευτικής δραστηριότητας και συλλογικής δραστηριοποίησης, με λαμπρότερο το παράδειγμα του δικτύου για το σύγχρονο χορό στη Νότια Αμερική Red Sudamericana de Danza (http://movimientolaredsd.ning.com//). Στη χώρα μας μοιάζει να αντιστεκόμαστε στην ιδέα της συλλογικότητας σε καλλιτεχνικό αλλά και σε καθαρά οργανωτικό ή διοικητικό επίπεδο, αν και πρόσφατα ιδρύθηκε κάτω από καλύτερες προϋποθέσεις ένα νέο σωματείο για τους εργαζόμενους στο χώρο του χορού, το Σ.Ε.ΧΩ.ΧΟ. Το σύστημα στήριξης και προώθησης της τέχνης στο εξωτερικό έχει ήδη αναπτυχθεί με τρόπο που να ευνοεί τις συλλογικότητες. Στο Ζάγκρεμπ και στην Κωνσταντινούπολη, για να αναφέρω δύο ενδεικτικά παραδείγματα, η κοινότητα του χορού έχει αντιληφθεί αυτόν το μηχανισμό και ήδη μετρά τους καρπούς της αλλαγής νοοτροπίας (Association of Professional Dance Artists, http://www.uppu-puls.hr/ , CΑTi Contemporary Dance Association, http://www.hareketatolyesi.blogspot.com/.

Θα κλείσω με δύο παραδείγματα ανθρώπων που είχα την τύχη να γνωρίσω και δείχνουν πως ο καθένας κινείται με τον τρόπο του.

Ο Ομάρ Μπαργκουτί είναι χορογράφος και ζει στην Ramallah παράνομα με τη γυναίκα του που διδάσκει σεξουαλική διαπαιδαγώγηση σε σχολεία της περιοχής. Όπως λέει ο ίδιος: «Η πολιτισμική έκφραση έχει διπλό στόχο: την αυτο-θεραπεία και την επέκταση της ‘‘ελεύθερης ζώνης’’ στη συλλογική μας συνείδηση […]. Απαντώντας σε εκείνους που προσπαθούν να περιορίσουν τις προσδοκίες μας, εμείς επιμένουμε, ονειρευόμαστε, δημιουργούμε, χωρίς όρια. Έτσι λοιπόν χορεύουμε».

Η Φιλίππα Φραντσέσκα, από την άλλη, είναι χορογράφος από την Πορτογαλία. Χαρισματική προσωπικότητα που τραγουδά φάδο στις συντροφιές, μοιράζει dvd του τελευταίου της συγκλονιστικού έργου για φυλακισμένους και έχει αφιερωθεί στην πίστη της πως ο χορός μπορεί να γίνει μέσο κοινωνικής αλλαγής. Άρθρο του Ομάρ Μπαργκουτί στο http://weekly.ahram.org.eg/2002/590/fe1.htm

Ερωτηματολόγιο 1ο, 23 Φλεβάρη 2009

Το Ελληνικό Σπίτι του Χορού – the event!

Τα ερωτηματολόγια αυτά είναι ένα είδος «ελεύθερου ημερολογίου», μια σειρά από ερωτήσεις που προκύπτουν κατά την προετοιμασία αυτής της εγκατάστασης με δομή παιχνιδιού και θέμα «Το Ελληνικό Σπίτι του Χορού», όπως αποτυπώθηκε στο κείμενο που θα δημοσιευτεί στο highlights #39. Κάποια από αυτά αναιρέθηκαν την ίδια στιγμή που αρθρώθηκαν, κάποια αιωρούνται ακόμη, σε κάποια δόθηκαν απαντήσεις μέσα από τη δομή της εγκατάστασης.


Ερωτηματολόγιο 1ο, 23 Φλεβάρη 2009


1. Με εμποδίζει κάτι να χορέψω;

2. Τι περιμένω από το σύγχρονο ελληνικό χορό;

3. Τι είναι «σύγχρονος ελληνικός χορός»;

4. Τι θα πει «Σπίτι του Χορού»;

5. Τι είναι το «Ελληνικό Σπίτι του Χορού»;

6. Σε ποια ομάδα από όσες φαίνεται να επηρεάζουν το σύγχρονο ελληνικό χορό θα ήθελα να ανήκω και γιατί;

7. Θα ήθελα να αλλάξω κάτι στο σύγχρονο ελληνικό χορό;

8. Ποιος πρέπει να κάνει κάτι για να διαχωριστούν τα σημεία του σύγχρονου ελληνικού χορού που πρέπει να υποστηριχτούν και ποια να εξαλειφθούν;

9. Τι θα πει «πρέπει» και γιατί αυτό φαίνεται να αντιτίθεται σε μια φυσική ροή;

10. Κατά πόσο μπορεί μια πολυφωνία να ενισχύσει μια θετική εξέλιξη και με τι κριτήρια κρίνεται αυτή ως θετική;

11. Τι θα πει θαύμα και γιατί το περιμένω;